Τρίτη 13 Δεκεμβρίου 2016

ΜΙΚΡΑΣΙΑΤΙΚΗ ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΗ



Ο παππούς μου μου διηγήθηκε αυτά που είχε περάσει η αδερφή του στη Μικρασιατική Καταστροφή. Ο παππούς μου μου είπε όταν έγινε η Μικρασιατική Καταστροφή ήταν ακόμα στη κοιλιά της μητέρας του. Η αδερφή του όμως όταν έγινε η Μικρασιατική Καταστροφή ήταν εκεί με τους γονείς της και με τα τέσσερα αδέρφια της. Η αδερφή του παππού μου την έλεγαν Βασιλική ήταν οχτώ χρονών και καταλάβαινε τι γινόταν γύρω της. Η Βασιλική διηγήθηκε αυτά στον παππού μου τι είχε περάσει στη Μικρασιατική Καταστροφή. Είπε στον παππού μου ότι γύρω της ήταν οι περισσότεροι άνθρωποι νεκροί. Έβλεπε μόνο το φόβο τω άλλων ανθρώπων όμως δεν μπορούσε να βοηθήσει κανέναν και γιατί ήταν μικρή και επειδή δεν έβλεπε τίποτα από τον κάτασπρο καπνό. Όλοι ήταν πανικοβλημένοι γιατί δεν ήξεραν που να πάνε και έβλεπαν τα αδέρφια τους και τις μητέρες τους να πεθαίνουν χωρίς να μπορούν να κάνουν τίποτα. Η μητέρα της Βασιλικής μου είπε ότι ήταν τρομαγμένη για να μην μας χάσει από κοντά της. Οι Τούρκοι ήταν στην θάλασσα όπως εμείς και έκαναν συνέχεια περιπολίες γύρω μας. Η μητέρα της Βασιλικής είχε μόνο δύο χέρια και δεν μπορούσε να πιάσει και τα τέσσερα παιδιά και ο μπαμπάς ήταν δίπλα που βοηθούσε έναν άνθρωπο που είχε χτυπήσει τα πόδια του. Η μητέρα ήταν μόνη με τέσσερα παιδιά και ξαφνικά ο Γιωργάκης φεύγει από το χέρι της μητέρας και χάθηκε άρχισε η μητέρα μου να βρει το Γιωργάκη αλλά δεν το βρήκε. Τότε εγώ λέω στην μαμά μου να πάω να τον ψάξω επειδή είμαι και η μεγαλύτερη. Η Βασιλική πήγε να βρει τον Γιωργάκη και τον βρήκε μετά από μισή ώρα ψαξίματος κάτω από μια άμαξα που είχε βρει το κουκλάκι του και πήγε να το πάρει. Η Βασιλική πήγε τον Γιωργάκη πίσω στην μητέρα της και η μητέρα της χάρηκε πάρα πολύ. Γύρισε και ο μπαμπάς που ήταν δίπλα και έπιασαν τα παιδιά μισά ο μπαμπάς και μισά η μαμά. Σιγά σιγά όλο  και περισσότερα πτώματα μαζεύονταν γύρω μας και οι Τούρκοι έβαζαν παντού βενζίνη για να κάψουν τα πάντα στην Σμύρνη. Για να μην ζεσταινόμασταν πάρα πολύ βγάζαμε τις μπλούζες μας και τις φούστες μας και τις βάζαμε μέσα στην θάλασσα για να μουσκευτούν και να είναι κρύες και μετά τις ξαναφορούσαμε. Όσα μωρά φώναζαν μαζί με τις μητέρες τους τα σκότωναν. Εμείς δεν μιλούσαμε ούτε μεταξύ μας γιατί δεν θέλανε να μας σκοτώσουν και γιατί φοβόμασταν τόσο πολύ που ούτε η ανάσα μας δεν ακούγονταν. Εκεί που ήμασταν ακούγονταν μόνο φωνές και αυτό μας φόβιζε ακόμα περισσότερο. Όλα τα κτήρια είχαν καταστραφεί ολοσχερώς εκτός από μια εκκλησία. Οι Τούρκοι δεν είχαν καθόλου έλεος. Τις γυναίκες αυτές που φώναζαν τις βίαζαν και τις βασάνιζαν με τον πιο άσχημο τρόπο. Σε μια στιγμή από δίπλα μας περνάει ένας Τούρκος στρατιώτης και όχι μόνο που δεν ακούγονταν η ανάσα μας αλλά ούτε τα βλέφαρά μας δεν κουνήσαμε. Δίπλα μας ήταν πολλά πτώματα και ανάμεσα στα πτώματα ήταν μια γυναίκα που της είχαν κόψει τα χέρια από τον ώμο. Άκουσα κάτι σαν ένα ψίθυρο που έλεγε βοήθεια και πήγα εκεί κοντά για να δω. Είδα αυτή την γυναίκα και τη λυπήθηκα. Γιατί τζάμπα της έκοψαν τα χέρια της. Της έδωσα λίγο νερό αυτό που μας είχε απομείνει για να πιεί και να πλύνει τις πληγές από τα χέρια της. Τα πόδια μας από την πολύ ορθοστασία πληγώθηκαν αλλά κανείς δεν τολμούσε να καθίσει κάτω γιατί ο Τούρκος θα μας σκότωνε άμα καθόμασταν κάτω. Καθώς που ίσα ίσα βλέπαμε ο ένας με τον άλλον είδαμε έναν άνδρα να βουτάει μέσα στη θάλασσα και αμέσως να έρχονται οι τούρκοι και είπε ο Τούρκος στρατηγός κάτι στα τούρκικα και τότε άρχισαν να τον πυροβολούν και τον σκότωσαν στο δευτερόλεπτο. Τότε κοιταχτήκαμε ο ένας με τον άλλον και σκεφτήκαμε ότι δεν υπάρχει λύσει για να φύγουμε από εδώ. Μετά από ώρες ορθοστασίας εμφανίστηκαν κάτι βαρκούλες που χωρούσαν μόνο επτά άτομα μέσα. Μόλις όλοι είδαν τις βαρκούλες άρχισαν να τρέχουν προς στη θάλασσα για να τους πάρουν από εδώ. Όλοι έτρεχαν και σπρώχνονταν ο ένας με τον άλλον μερικοί από το σπρώξιμο έπεσαν μέσα στη θάλασσα και όπως με τον προηγούμενο τους σκότωσαν στον δευτερόλεπτο. Σιγά σιγά όμως έρχονταν οι βάρκες και έπαιρναν τον λίγο κόσμο που είχε απομείνει. Εμείς πηγαίναμε σιγά σιγά για να μην πέσουμε στο νερό και για να μην χαθούμε. Μετά από περίπου μία ώρα ανεβήκαμε στην βάρκα. Σκέφτηκα ότι μπορούσαν να έρθουν πιο νωρίς και να μας πάρουν από εδώ. Δεν χρειάζονταν να πεθάνουν οι περισσότεροι μεγάλοι και παιδιά για να έρθουν να μας πάρουν. Καθώς φεύγαμε από την Ασία με την βαρκούλα έβλεπα πολλά πτώματα και άρχιζα να κλαίω γιατί είναι τόσο άδικο να πεθαίνεις χωρίς λόγο ειδικά τα παιδιά. Είδα όλη την Σμύρνη να καίγετε. Με την βάρκα επιπλέαμε στην θάλασσα  και βλέπαμε πολλές βάρκες να πηγαίνουν προς την Ελλάδα. Η Βασιλική πήγε στην Πορταριά εκεί που γεννήθηκε ο παππούς μου και μου τα διηγήθηκε αυτές τις δύσκολες ώρες στην Σμύρνη. Αυτά που μου είπε ο παππούς μου δεν θα τα ξεχάσω ποτέ.   



                                                 Νίκος   Γεωργαλούσης  Α1

Παρασκευή 9 Δεκεμβρίου 2016

Διακρίθηκαν στον διαγωνισμό Μαθηματικών 8 μαθητές του σχολείου μας

Μπράβο στους παρακάτω μαθητές της α γυμνασίου  και στους καθηγητές τους για την διάκριση στον διαγωνισμό "ΘΑΛΗΣ"






ΖΑΧΑΡΙΑΔΗΣ ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΣ 

ΚΑΡΑΓΚΟΥΝΗΣ ΕΜΜΑΝΟΥΗΛ ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ 

ΚΛΕΙΔΩΝΑΡΗΣ ΑΓΓΕΛΟΣ 

ΠΑΤΕΡΑΣ ΝΕΚΤΑΡΙΟΣ 

ΡΑΦΤΟΠΟΥΛΟΣ ΕΜΜΑΝΟΥΗΛ 

ΤΑΛΚΑ ΔΕΣΠΟΙΝΑ

ΤΣΑΤΣΑΡΩΝΗΣ ΜΑΡΙΟΣ 

ΧΡΟΝΗ ΕΛΕΝΗ 

Παρασκευή 25 Νοεμβρίου 2016

ΓΙΟΡΤΗ 17 ΝΟΕΜΒΡΗ 2016

                              ΣΤΙΓΜΙΟΤΥΠΑ   ΤΟ   ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΚΟ   ΦΑΚΟ   ΜΑΣ


















                           Και του χρόνου στους μαθητές της Γ γυμνασίου μας 























Πέμπτη 10 Νοεμβρίου 2016

ΓΙΟΡΤΗ 28ης Οκτωβρίου 2016

9ο ΓΥΜΝΑΣΙΟ ΒΟΛΟΥ
27-10-16


                        


Η  ΓΕΡΜΑΝΙΚΗ  ΚΑΤΟΧΗ
1941-1944


ΗΡΘΑΝ ντυμένοι "φίλοι" αμέτρητες φορές οι εχθροί μου το παμπάλαιο χώμα πατώντας. Και το χώμα δεν έδεσε ποτέ με τη φτέρνα τους

Γιοι των ανθρώπων, τι να πω; Τα φριχτά σηκώνει η γης κι η ψυχή τα φρικτότερα !

ΑΞΙΟΝ ΕΣΤΙ το χώμα που ανεβάζει μιαν οσμή κεραυνού σαν θειάφι του βουνού ο πυθμένας όπου θάλλουν οι νεκροί άνθη της αύριον.

ΑΞΙΟΝ ΕΣΤΙ το αναίτιο δάκρυ ανατέλλοντας αργά στα ωραία μάτια των παιδιών που κρατιούνται χέρι-χέρι των παιδιών που κοιτάζονται και δε μιλιούνται

ΑΞΙΟΝ ΕΣΤΙ το χέρι που επιστρέφει από φόνο φριχτόν και τώρα ξέρει ποιος αλήθεια ο κόσμος που υπερέχει ποιο το "νυν" και ποιο το "αιέν" του κόσμου



                                         Από την γιορτή μας





























Πότε ένας άνθρωπος θεωρείται μορφωμένος.






Ρώτησαν κάποτε τον φιλόσοφο Σωκράτη πότε ένας άνθρωπος θεωρείται μορφωμένος.
Δεν ανέφερε καθόλου την συσσώρευση γνώσεων. Απεναντίας απάντησε με τον εξής τρόπο:
«Η μόρφωση, είναι θέμα συμπεριφοράς. Ποιους ανθρώπους θεωρώ μορφωμένους;

1. Πρώτα απ'όλους αυτούς που ελέγχουν δυσάρεστες καταστάσεις, αντί να ελέγχονται από αυτές...
2. Αυτούς που αντιμετωπίζουν όλα τα γεγονότα με γενναιότητα και λογική...
3. Αυτούς που είναι έντιμοι σε όλες τους τις συνδιαλλαγές
4. Αυτούς που αντιμετωπίζουν γεγονότα δυσάρεστα και ανθρώπους αντιπαθείς καλοπροαίρετα...
5. Αυτούς που ελέγχουν τις απολαύσεις τους...
6. Αυτούς που δεν νικήθηκαν από τις ατυχίες & τις αποτυχίες τους...
7. Αυτούς που δεν έχουν φθαρεί από τις επιτυχίες και την δόξα τους...».

Δευτέρα 10 Οκτωβρίου 2016

θΕΑΤΡΙΚΗ ΠΑΡΑΣΤΑΣΗ "ΑΝΔΡΟΜΑΧΗ" ΣΧΟΛΙΚΟΥ ΕΤΟΥΣ 201516

«Ανδρομάχη» 

        Η «Ανδρομάχη»  έχει θαυμάσια μέρη όπου απεικονίζονται πολύ ζωηρά  οι ψυχικές καταστάσεις των προσώπων, όπως η ζηλοτυπία και το αδυσώπητο μίσος της Ερμιόνης- της ξιπασμένης από τα πατρικά της πλούτη- καθώς και η απελπισία της όταν συλλογίστηκε τι κακό πήγαινε να κάνε.

  Ο τύπος του τιποτένιου ανθρώπου, που πολύ κυνικά ούτε ντρέπεται ούτε διστάζει να εξαντλήσει όλη τη σκληρότητά του σε μια γυναίκα και σ’ ένα παιδάκι, απεικονίζεται στο Μενέλαο, που, όταν παρουσιάστηκε ο γέρο-Πηλέας και του πήρε τα θύματα από τα χέρια του, έγινε και γελοίος με μια απροσδόκητη υποχώρηση.

   Η συγκινητική στοργή της Ανδρομάχης εκδηλώνεται με λόγια για το παιδί της, λόγια αιώνιας αλήθειας και συγκινητικά  και με την απόφασή της να παραδοθεί στα χέρια των εχθρών της, για να ζήσει ο μοναχογιός της, όπως θα έκανε κάθε μάνα, που θα της πρότειναν το δίλημμα να ζήσει ή αυτή ή το παιδί της. Και πολύ φυσικά μετά, αφρίζοντας από οργή, ξεσπάει σε σαρκασμούς  προς το Μενέλαο.
     Τύπος παρμένος από τη ζωή ο Πηλέας, όπου πάντοτε οι παππούδες λαχταρούν για τα εγγόνια τους. Η οργή του για τον κίνδυνο του δισέγγονου του ξαναφέρνει όλη την ορμή που είχε, όταν ήταν νέος και παλληκάρι. Και η οδύνη του πάνω στο λείψανο του μονάχου εγγονού του, του Νεοπτόλεμου, είναι η οδύνη κάθε παππού, που του παιδιού του το παιδί είναι δυο φορές παιδί του, και οδύνη του κάθε γέροντα που βλέπει να ρημάζει το σπίτι του.


   Γνώριμος ο τύπος της Τροφού και από άλλες τραγωδίες που όταν μεγαλώσει στα γόνατά της, τη κόρη της κυράς της, την κάνει μετά κυρά της και συμμερίζεται τις θλίψεις της.





                                          ΔΙΑΧΡΟΝΙΚΕΣ  ΑΛΗΘΕΙΕΣ
                                         του ΕΥΡΙΠΙΔΗ


Τίμιο σπιτικό όσοι θέλουν, μια μόνο νυφική τους φτάνει κλίνη.

Δε βρέθηκε όμως καμία γιατρειά για την κακιά γυναίκα, που μήτε οχιά μήτε φωτιά τη φτάνει.

Μάνας ντροπές, κακό προικιό της κόρης.

Όποιος γυρεύει νύφη, να κοιτάζει να παίρνει θυγατέρα τίμιας μάνας.

Από μικρή αφορμή, βαριά διχόνοια η γλώσσα φέρνει.

Οι φρόνιμοι προσέχουν να μη φιλονικούν με τους δικούς τους.

Μεγάλο πράμα ειν΄ η συγγένεια πρώτο στήριγμα ο συγγενής, σα δυστυχούμε.

Κακό ειν' η νιότη, αν δε τη συνοδεύει το δίκιο.

Το σωστό που ο μικρός το ξεστομίζει ,πικραίνει τους τρανούς και φαντασμένους.

Μάγια είναι κι αυτές κυρά μου: οι αρετές μας· κι όχι μονάχα η ομορφιά.

H μια γυναίκα κάλλιο να σκεπάζει το κακό της άλλης.


ΣΥΝΤΕΛΕΣΤΕΣ


              Ανδρομάχη                                                   Ελίνα Στεργιοπούλου
               Ερμιόνη                                                            Μένια Τσιόβολου
               Θεράπαινα                                                       Αθηνά Παπαμιχαήλ
               Μενέλαος                                                         Νίκος Στογιαννίδης
               Ορέστης                                                           Σταύρος Κόπανος
               Πηλέας                                                           Μάρκος Παπουτσής
               Θέτιδα                                                              Βαρβάρα Χουσιάφη
               Αγγελιοφόρος                                                 Αποστόλης Γαργαλέτσος
               Παιδί                                                                 Σωτήρης Τάλο
               Παραμάνες                                           Όλγα Πανταζή,  Αουρόρα Σκέμπι
               Ανδρομάχη (β)                                                Μαρία Πούλιου
               Μενέλαος (β)                                                   Φάνης Γεωργούλας
               Χορός                                                                Θεοφανεία Δουλά
                                                                                          Ναταλία Βάτσιου
                                                                                          Λιλιάνα Παγώνη
                                                                                          Φιόρα  Νταλιάνι
                                                                                          Θεοδώρα Μπέσσα
                                                                                          Ιωάννα  Χριστογιαννούλα
                                                                                          Ηλέκτρα Παπαευαγγέλου
                                                                                          Τζίνα  Μιράκα
                                                                                          Νίκη   Σπαθή
                                                                                          Εβελίνα  Παναγιώτου
                                                                                          Δώρα Τσινή
                                                                                          Σοφία Σωτηρίου
                                                                                          Ροδούλα  Χολέβα
               Τραγούδι                                                          Όλγα Πανταζή
            Ακόλουθοι-ες                   Λάμπρος Σεφέρης,  Άγγελος Σταθούρος,       Kουτζαγιώτης                                                                      Νικόλαος Παπαδημητρίου Απόστολος  Μαρία Αλιάτη
Βοηθός                                                             Αντώνης  Ηλιόπουλος

Υπεύθυνες καθηγήτριες                   
Καρκαλέτσου Μαρία        Βαλασσά Ασπασία     Σαλβάνου Λίνα
                                                                                         











ΕΚΔΡΟΜΗ Γ ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ 2015-16 ΑΡΧ.ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΑ - ΑΜΦΑΝΕΣ - ΠΥΡΑΣΟΣ

  ΑΡΧΑΙΕΣ ΠΟΛΕΙΣ ΜΑΓΝΗΣΙΑΣ

ΑΜΦΑΝΕΣ
Βρίσκονται στη σημερινή θέση «Σωρός». Οι αναφορές της πόλης, τόσο από τα κείμενα αρχαίων συγγραφέων αλλά και από τις ανασκαφές στην περιοχή, μας πληροφορούν ότι η ύπαρξη της ανάγεται τουλάχιστον στην υστεροαρχαική εποχή.
Η πόλη των Αμφανών ήταν πάντοτε ένας μικρός συνοικισμός, χωρίς βέβαια αυτό να μειώνει τη στρατηγική της θέση και τον εμπορικό χαρακτήρα που πρέπει να είχε, λόγω ακριβώς της θέσης της αυτής.
Η πόλη πρώτο-ανασκάφθηκε στις αρχές του προηγούμενου αιώνα από τον Αρβανιτόπουλο, ο οποίος εντόπισε ένα κυκλικό οχυρωματικό τείχος γύρω από τη βραχώδη κορυφή της ακρόπολης. Ανατολικά και δυτικά της Ακρόπολης διακρίνονται ίχνη της κάτω Πόλης. Ίχνη κατοικιών διαφαίνονται σε ακτινωτή διάταξη και πάνω στο λόφο της Ακρόπολης. Έξω από τα τείχη της πόλης, στο νότιο τμήμα της Ακρόπολης μπορεί κανείς να δει ένα σημαντικό οικοδόμημα που από τις διαιρέσεις του διαφαίνεται ότι πρόκειται για ναό. Η ειδική του αξία είναι ότι δεν παρουσιάζει το κανονικό σχήμα ενός κλασικού ναού, αλλά ένα πιο αρχαϊκό, του λεγόμενου τύπου του ναού με «εσχάρα».
Στα βορειοδυτικά της αρχαίας πόλης, στην παραλία ως τις Αλυκές, εκτεινόταν το νεκροταφείο της. Σημαντικός αριθμός ταφών φιλοξενούσαν κατά βάση ατομικές ταφές. Οι λιγοστοί πολλαπλοί τάφοι ήταν αποτέλεσμα ακραίων καταστάσεων.
Η χρονολόγηση των τάφων από το νεκροταφείο των Αμφανών, που συμπίπτει με τη διάρκεια ζωής της πόλης, φανερώνει τη διακοπή της εγκατοίκησής της στις αρχές του 30υ αιώνα π.Χ. , εποχή κατά την οποία ο μακεδόνας βασιλιάς Δημήτριος Πολιορκητής, με πυρήνα την κλασική πόλη των Παγασών, έκτισε την πόλη που πήρε το όνομα του ιδρυτή της.
. Σύμφωνα με τον Εκαταίο, οι Αμφανές αποτελούσαν μια Δωρική πόλη, ενώ ο Ψευδο-Σκύλαξ συμπεριλαμβάνει το «Αμφαναίον» στις «πόλεις των Θεσσαλών» 6.
Η εκτεταμένη κατοίκηση που ερευνήθηκε με ανασκαφές των τελευταίων δεκαετιών πάνω και γύρω από το κωνικό ύψωμα Σωρός, έχει προταθεί να ταυτιστεί πλέον με τα ερείπια της πόλης των Αμφανών, που βρίσκονται ανάμεσα στις Παγασές και το Ακρωτήρι Πύρρα (σημερινό Αγκίστρι) 7. Η πόλη ονομάστηκε από το επίθετο «αμφίφανος», που φαίνεται δηλαδή και από τις δύο πλευρές, γεγονός που επιβεβαιώνεται από τη φυσική θέση της πόλης, που είναι διακριτή στο μυχό του Παγασητικού κόλπου. Η ακρόπολη και η πόλη, που περικλείεται από 5-6 ομόκεντρους οχυρωματικούς περιβόλους, και που διακόπτονται από ιδιόρρυθμη πύλη που οδηγεί στην Ακρόπολη, στην κορυφή του λόφου, ερευνήθηκε από τον Αρβανιτόπουλο το 1906 και εν συνεχεία από το Milojcic το 1973 8. Από το 2004 θεσπίστηκε κοινό ερευνητικό πρόγραμμα της ΙΓ΄ ΕΠΚΑ με το Τμήμα Ιστορίας-Αρχαιολογίας και Κοινωνικής Ανθρωπολογίας του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας για την έρευνα της πόλης, που κατοικήθηκε κατά τους αρχαϊκούς και κλασικούς χρόνους (5ος-4ος αι. π.Χ.) 9, καθώς και του Ιερού του Απόλλωνα, που βρίσκεται σε απόσταση μερικών δεκάδων μέτρων εξωτερικά των νοτίων τειχών του αρχαίου οικισμού 10. Ο ναός του Απόλλωνα, με διαστάσεις 22,5 x 8,33 μ., με εσωτερική ξύλινη κιονοστοιχία από 10 κίονες, αποτελείται από τον πρόναο και τον σηκό, τον οποίο από τις 3 πλευρές διατρέχει λίθινο θρανίο. Στα ΒΔ της πόλης εκτεινόταν το νεκροταφείο της, όπου ανασκάφηκε σημαντικός αριθμός τάφων με πλούσια κτερίσματα των πρωτογεωμετρικών, αρχαϊκών και κλασικών χρόνων 11. Τα ευρήματα αυτά υποδεικνύουν ότι υπήρξε διακοπή κατοίκησης στις αρχές του 3ου αιώνα π.Χ. 12 Η απουσία ελληνιστικής κεραμικής υποδεικνύει ότι μάλλον ο πληθυσμός της πόλης απορροφήθηκε στον συνοικισμό της Δημητριάδας.
Στο ύψωμα Σωρός, ΝΔ των Αμφανών, βρίσκονται τα λατομεία της πόλης των Αμφανών, ενώ στο ίδιο ύψωμα εντοπίστηκαν λείψανα δύο αρχαίων πύργων 13. Επίσης, στη θέση ακρωτήριο Αγκίστρι (αρχαία «άκρα Πύρρα») εντοπίστηκε θαλαμωτός τάφος ελληνιστικών χρόνων, λαξευμένος στο φυσικό βράχο, παρόμοιος με τους αντίστοιχους μακεδονικούς τάφους της Βέροιας και της Πέλλας 14.

Η αρχαία πόλη της Δημητριάδας,
κτισμένη σε στρατηγική θέση του Παγασητικού κόλπου, πήρε το όνομά της από τον ιδρυτή της, Δημήτριο Πολιορκητή. Ο Μακεδόνας βασιλιάς στις αρχές του 3ου αι. π.Χ. συνοίκησε τις μικρές κώμες της περιοχής, για να δημιουργήσει ένα ισχυρό οικονομικό και πολιτικό κέντρο, χρησιμοποιώντας ως πυρήνα την κλασική πόλη των Παγασών. Η περιοχή της αρχαίας Δημητριάδας κάλυπτε σχεδόν όλη τη Μαγνησία και έχει να παρουσιάσει μακραίωνη ιστορία, η οποία ξεκινά από τη νεολιθική εποχή και φθάνει μέχρι και τα παλαιοχριστιανικά χρόνια.

Τα παλαιότερα ευρήματα στην περιοχή έχουν αποκαλυφθεί στη μαγούλα Πευκάκια, στη μικρή χερσόνησο απέναντι από τη Δημητριάδα, προς τα βορειοανατολικά. Πρόκειται για λείψανα ενός οικισμού, που κατοικήθηκε για πρώτη φορά στη φάση «κλασικό Διμήνι» της νεολιθικής εποχής και στη φάση «Pαχμάνι», που χρονολογείται στη μετάβαση από την Εποχή του Λιθου στην Εποχή του Xαλκού. Η μεγάλη ακμή του, όμως, σημειώθηκε στην Εποχή του Χαλκού, όταν ανέπτυξε εμπορικές επαφές με το βορειοανατολικό Αιγαίο, τις Κυκλάδες και τη νότια ηπειρωτική Ελλάδα. Ο μυκηναϊκός οικισμός στα Πευκάκια πιστεύεται ότι λειτουργούσε ως λιμάνι της Iωλκού. Ο χώρος αυτός, που συνδέεται με τη ναυτική παράδοση της περιοχής και διατηρεί ακόμη και σήμερα τον αλιευτικό, ναυπηγοεπισκευαστικό και εμπορικό χαρακτήρα του, είναι δικαιολογημένο να υποθέσουμε ότι θα μπορούσε να σχετίζεται με το μύθο της αργοναυτικής εκστρατείας και την κατασκευή της Aργούς, αν δεχθούμε ότι οι μύθοι απηχούν κάποιο ιστορικό υπόβαθρο.

Η επόμενη πολιτιστική φάση στην περιοχή τοποθετείται στην κλασική εποχή. Στο βόρειο τομέα της Δημητριάδας έχουν αποκαλυφθεί πενιχρά, μέχρι στιγμής, αρχιτεκτονικά λείψανα οικιών, ένας μικρός κεραμευτικός κλίβανος και τάφοι. Η ελληνιστική πόλη ιδρύθηκε το 293 π.Χ. για να αποτελέσει τη μια από τις τρεις «κλείδες» ή «πέδες» της Eλλάδας μαζί με τη Xαλκίδα και την Kόρινθο. Ο Δημήτριος και οι άλλοι βασιλείς της δυναστείας των Αντιγονιδών τη χρησιμοποίησαν ως ορμητήριο για πολιτικές και στρατιωτικές επεμβάσεις στη Θεσσαλία και στη νότια Ελλάδα. Με την υποστήριξη των Mακεδόνων βασιλέων η Δημητριάδα εξελίχθηκε σε μεγάλο διεθνές εμπορικό λιμάνι, όπου συνέρρεαν και είχαν εγκατασταθεί μόνιμα πολλοί Έλληνες και ξένοι, από την Iλλυρία, την Ήπειρο και από διάφορες χώρες της Μεσογείου ως τη Mέση Aνατολή, όπως μαρτυρούν τα ονόματα που αναγράφονται σε επιτύμβιες στήλες που έχουν βρεθεί στο χώρο. Η μεγάλη ακμή της πόλης ως οικονομικό, εμπορικό και πολιτικό κέντρο σημειώθηκε από το 217 π.Χ. έως το 168 π.Χ., όταν μετά τη μάχη της Πύδνας το μακεδονικό βασίλειο καταλήφθηκε από τους Ρωμαίους.

Από τον 1ο αι. π.X. η Δημητριάδα έχασε την πολιτική της δύναμη και άρχισε να συρρικνώνεται εδαφικά. Εγκαταλείφθηκε το μεγαλύτερο μέρος της και ο οικισμός περιορίσθηκε στο βόρειο τμήμα της, προς τη θάλασσα, και ακόμη λιγότερο στο νότιο τμήμα της αρχαίας πόλης. Kατά τους αυτοκρατορικούς χρόνους έχασε μεγάλο μέρος της σημασίας της, εξακολούθησε όμως να παραμένει η πρωτεύουσα του Kοινού των Mαγνήτων, που ήταν περιορισμένο στα όρια της Mαγνησίας. Τo Kοινό των Mαγνήτων επιβίωσε, όπως μαρτυρούν επιγραφές και νομίσματα, έως τα τέλη του 3ου αι. μ.X. Στα τέλη του 3ου - αρχές 4ου αι. μ.X., ο αυτοκράτορας Διοκλητιανός κατέλυσε τα Kοινά των Θεσσαλών και Mαγνήτων και ανέδειξε τη Θεσσαλία σε ξεχωριστή επαρχία με πρωτεύουσα τη Λάρισα. H ρωμαϊκή περίοδος της θεσσαλικής ιστορίας έκλεισε οριστικά με την ίδρυση της Eπισκοπής της Δημητριάδος επί Mεγάλου Kωνσταντίνου. Η πόλη ξαναγνώρισε σχετική ακμή κατά τον 4ο και 5ο αι. μ.Χ., αλλά εγκαταλείφθηκε οριστικά τον 6ο αι. μ.Χ. Στους τελευταίους αιώνες της βυζαντινής αυτοκρατορίας τη Δημητριάδα διαδέχθηκε ο Βόλος, που βρίσκεται περίπου 1,5 χιλιόμετρο βορειότερα και εξελίχθηκε σε σημερινή πρωτεύουσα του Νομού Μαγνησίας.

Οι ανασκαφές, που άρχισαν στην περιοχή της Δημητριάδας στο τέλος του 19ου αιώνα και συνεχίζονται μέχρι σήμερα, έχουν φέρει στο φως σημαντικά μνημεία και πολλά στοιχεία για τη ζωή και την οργάνωση της αρχαίας πόλης. Ο Απ. Αρβανιτόπουλος ανέσκαψε σε μεγάλη έκταση το τείχος και τους πύργους του, όπου είχαν εντοιχισθεί οι περίφημες γραπτές επιτύμβιες στήλες, καθώς και νεκροταφεία, ιερά και μέρος του ανακτόρου και του θεάτρου. Οι ανασκαφές συνεχίσθηκαν την περίοδο 1956-1961 από τον Δ.Ρ. Θεοχάρη στο θέατρο και στο ανάκτορο, και από Γερμανούς αρχαιολόγους με επικεφαλής τον Vl. Milojcic την περίοδο 1967-1981. Από το 1981 μέχρι σήμερα διενεργούνται συστηματικές και σωστικές ανασκαφές από τη ΙΓ΄ Εφορεία Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων και παράλληλα πραγματοποιούνται στερεώσεις, συντηρήσεις και αναστηλώσεις μνημείων της αρχαίας πόλης.

Η αρχαία Δημητριάδα
Η Δημητριάδα ιδρύθηκε (294-292 π.Χ.) από το μακεδόνα βασιλιά Δημήτριο Πολιορκητή με συνοικισμό πολλών πόλεων της αρχαίας Μαγνησίας. Σύμφωνα με τις αρχαίες πηγές, σκοπός της ίδρυσής της ήταν η δημιουργία ενός μεγάλου ναυστάθμου που θα έδινε τη δυνατότητα στο μακεδονικό στόλο να επεμβαίνει με ταχύτητα και αποφασιστικότητα για να επιβάλει τα συμφέροντα του Μακεδονικού βασιλείου στα νησιά και τα παράλια του Αιγαίου. 
Ο ιδρυτής της πόλης, Δημήτριος Πολιορκητής, φρόντισε να της παραχωρήσει τις μεγάλες εκτάσεις του Πηλίου, του Μαυροβουνίου μέχρι και την Όσσα με τα πλούσια δάση και έτσι η Χώρα της περιέλαβε σχεδόν ολόκληρη την αρχαία Μαγνησία φθάνοντας προς βορρά έως τα στενά των Τεμπών.
Η Δημητριάδα ήταν από τις μεγάλες πόλεις της Ελληνιστικής περιόδου και τα ισχυρά τείχη της ξεπερνούσαν σε μήκος τα 8 χιλιόμετρα. Η αρχαία πόλη κτίστηκε με το «ιπποδάμειο» σύστημα χωρισμένη σε οικοδομικά τετράγωνα στο ανατολικό κυρίως τμήμα της με ένα πλέγμα κάθετα τεμνόμενων δρόμων.
Σύμφωνα με πρόσφατα επιγραφικά ευρήματα επιβεβαιώθηκε ότι η Δημητριάδα ανήκε στο μακεδονικό βασίλειο. Η κατάληψη, βέβαια, ολόκληρης της Μαγνησίας από τους μακεδόνες μαρτυρείται ότι είχε γίνει ήδη από τον Φίλιππο Β΄ στα μέσα του 4ου αι. π.Χ.
Από τη δημιουργία του Κοινού των Μαγνήτων, το 196 π.Χ., η Δημητριάδα γίνεται πρωτεύουσά του. Την περίοδο του Στράβωνα, τον 1ο αι. μ.Χ., είχε χάσει τη λάμψη της και τον κοσμοπολίτικο χαρακτήρα της. Η μεγαλύτερη από τις Παλαιοχριστιανικές βασιλικές, που έχουν αποκαλυφθεί μέχρι σήμερα, η λεγόμενη Βασιλική της «Δαμοκρατίας» λειτουργούσε μέχρι τον 6ο αι. μ.Χ.
Η αναφορά του Προκοπίου για ανανέωση του περιβόλου (των τειχών) της Δημητριάδος, την περίοδο του αυτοκράτορα Ιουστινιανού (6ος αι. μ.Χ.), ο οποίος μπορεί να ταυτιστεί με τα αποκαλυφθέντα στη συνοικία των «Παλαιών» του Βόλου μοναδικά τείχη αυτής της περιόδου στην περιοχή, κάνει πολύ πιθανή την υπόθεση ότι η κατασκευή των νέων τειχών συνοδεύτηκε και με μετακίνηση του πληθυσμού από τη θέση της αρχαίας Δημητριάδος προς τον οικισμό των «Παλαιών», δηλαδή από το νότιο στο βόρειο τμήμα του κόλπου του Βόλου.

Το αρχαίο θέατρο Δημητριάδος


Το θέατρο της Δημητριάδος κατασκευάστηκε ταυτόχρονα με την ίδρυση της πόλης (το 294-2 π.Χ.) από τον Μακεδόνα βασιλέα Δημήτριο Πολιορκητή. Για ένα μεγάλο χρονικό διάστημα το θέατρο περιέπεσε σε αχρηστία λόγω καταστροφών του (από την τελευταία εικοσιετία του 2ου αι. π.Χ. έως πιθανόν το 79 μ.Χ.) και μετά από μια μεγάλη ανακαίνιση λειτούργησε μέχρι την τελική του εγκατάλειψη τον 4ο αι. μ.Χ., όταν με την επικράτηση των νέων κοινωνικοπολιτικών δομών στην πόλη, το θέατρο σταμάτησε να φιλοξενεί εκδηλώσεις της δημόσιας ζωής.
Το θέατρο της Δημητριάδος έχει όλα τα βασικά χαρακτηριστικά των ελληνιστικών θεάτρων, δηλαδή, το κοίλο, την ορχήστρα και το σκηνικό οικοδόμημα.
Σύμφωνα με τα λιγοστά αρχιτεκτονικά μέλη που σώθηκαν από το θριγκό του ελληνιστικού προσκηνίου του θεάτρου, στάθηκε δυνατό να γίνει γνωστή η μορφή του προσκηνίου της σκηνής, που ανήκει σε μια από τις αρχιτεκτονικές φάσεις της ελληνιστικής περιόδου.
Ένας ελληνιστικός κυλινδρικός βωμός με βουκράνια και γιρλάντες βρισκόταν στη μέση της ορχήστρας, ενώ στην περιφέρειά της ήταν στημένα ψηφίσματα της Δημητριάδος και του Κοινού των Μαγνήτων, όπως το μεγάλο τιμητικό ψήφισμα του Κοινού των Μαγνήτων που εκδόθηκε για να τιμήσει τον Γραμματέα των Συνέδρων του Κοινού Δημήτριο Ορέστου.
Η περιοχή του θεάτρου έγινε ο χώρος απόκρυψης ενός θησαυρού αργυρών νομισμάτων του Κοινού των Θεσσαλών και των Μαγνήτων, μετά τα μέσα του 1ου αι. π.Χ. κατά την περίοδο που το θέατρο δεν λειτουργούσε.
Τέλος στη ρωμαϊκή φάση λειτουργίας του θεάτρου ανήκει ένα ενεπίγραφο βάθρο προς τιμήν του αυτοκράτορα Τίτου, που βασίλεψε από το 79 ως το 81 μ.Χ. και χαρακτηρίζεται ως Νέος Απόλλων.

Tα κτίσματα και οι κατασκευές
Κατά τη διάρκεια των δυο περίπου αιώνων (από την τελευταία εικοσαετία του 2ου αι. π.Χ. έως πιθανόν το 79 μ.Χ.), όταν το θέατρο δεν λειτουργούσε, λόγω των μεγάλων καταστροφών που είχε υποστεί, και ενώ το ίδιο το μνημείο ήταν άνω κάτω από την πτώση των αναλημματικών τοίχων στις παρόδους, βόρεια του θεάτρου κατασκευάστηκε πιθανόν μετά το 120 π.Χ. ένα μεγάλο κτίριο σε σχήμα «γάμα», η δυτική πτέρυγα του οποίου κατέστρεψε τμήμα του βόρειου παρασκηνίου της σκηνής. Στο ανατολικό όριο της βόρειας πτέρυγάς του κτιρίου εγκαταστάθηκε αρχικά ένα Εργαστήριο κεραμικής. Αργότερα, όταν το εργαστήριο κεραμικής εγκαταλείφθηκε στην περιοχή του κλιβάνου και των λεκανών καθαρισμού του πηλού κατασκευάστηκε ένα μεγάλο πλούσιο κτίριο του οποίου οι εσωτερικοί τοίχοι καλύπτονταν με λευκά και χρωματιστά Κονιάματα.
Πάνω στο κοίλο, εκεί που αρχίζει να ξεχωρίζει το επιθέατρο, περνά ο κτιστός αγωγός τουΥδραγωγείου της Δημητριάδος, που έφερνε το νερό από το Πήλιο και το οδηγούσε με την υδατογέφυρα (στη θέση «τα δόντια» -σώζονται σήμερα μόνον το κάτω μέρος των πεσσών της) στη συνοικία του βόρειου λιμένος της Δημητριάδος (στην περιοχή «Πευκάκια»).

Πύρασσος
Πόλη ομηρική δίπλα από τις Φθιώτιδες Θήβες με ακρόπολη και φυσικό λιμάνι που άκμασε την περίοδο μετά την καταστροφή των Φθιώτιδων Θηβών στα ρωμαϊκά και παλαιοχριστιανικά χρόνια. Υπάρχουν πολλά ευρήματα από όλες τις περιόδους και ειδικά νεολιθικά αγγεία και εδώλια και οι παλαιοχριστιανικές βασιλικές (Νέα Αγχίαλος).



ΥΠΕΥΘΥΝΕΣ  ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ            ΒΑΛΑΣΣΑ    ΑΣΠΑΣΙΑ
                                                              ΚΑΡΚΑΛΕΤΣΟΥ  ΜΑΡΙΑ
                                                              ΚΑΤΣΙΚΗ     ΝΙΚΟΛ